ΓΡΑΜΜΑΤΑ - ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ - ΠΟΙΗΣΗ

Μια ιστορική αναφορά,

Η λογοτεχνία της Κύπρου,  περιλαμβάνει είδη του έντεχνου λόγου κι από την Αρχαιότητα κι από τις μεταγενέστερες εποχές, μέχρι σήμερα. Τα λίγα σωζόμενα αποσπάσματα από αρχαία κυπριακά κείμενα, όπως και λίγα επιγράμματα, αλλά και οι πληροφορίες που δίνονται από διάφορους αρχαίους συγγραφείς για έργα αρχαίων Κυπρίων συγγραφέων που δεν σώθηκαν, αποδεικνύουν πως τα έντεχνα αρχαία κείμενα της Κύπρου ήταν γραμμένα στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Έτσι, από την Αρχαιότητα μέχρι σήμερα, η κυπριακή λογοτεχνία ανήκει στην ελληνική και νεοελληνική γλώσσα.

Γεγονός πολύ σημαντικό για την πνευματική γέφυρα που υπάρχει ανάμεσα στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Συνεπώς η κυπριακή λογοτεχνία ανήκει στο γενικότερο κεφάλαιο της ελληνικής λογοτεχνίας

Με βάση τόσο τις ιστορικές κυπριακές περιόδους όσο και τις ιδιαιτερότητες στη μορφή, στα είδη και στο περιεχόμενο, η κυπριακή λογοτεχνία μπορεί να διαιρεθεί στα πιο κάτω μεγάλα κεφάλαια:

1. Αρχαία κυπριακή λογοτεχνία (μέχρι το 330 μ.Χ.)

2. Βυζαντινή κυπριακή λογοτεχνία (330 - 1191 μ.Χ.)

3. Μεσαιωνική κυπριακή λογοτεχνία (1191 -1570)

4. Νεότερη κυπριακή λογοτεχνία (1570 και εξής).

Κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια και μέχρι και μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως (1453) εξακολουθούσε να είναι έντονος ο επηρεασμός της Κύπρου από τον Βυζαντινό Ελληνισμό, πράγμα που είναι έκδηλο και σε άλλες μορφές τέχνης, όπως η ζωγραφική και η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική.

Όσον αφορά τη Βυζαντινή περίοδο (395 π.Χ. - 1191 μ.Χ.)  κυριαρχούσαν τα ακριτικά τραγούδια αφηγηματικού χαρακτήρα σε ύφος και περιεχόμενο ηρωικό μέχρι υπερβολής. Αυτά τα τραγούδια εξυμνούσαν τα κατορθώματα των Ακριτών όπως το τραγούδι του Διγενή και του Χάροντα, Τα τέσσερα παλικάρια κ.α. που διασώζονται σε διάφορες παραλλαγές. Οι ιστορικές μαρτυρίες την περίοδο αυτή καταδεικνύουν την ύπαρξη ανώνυμων ποιητάρηδων που απάγγελαν και τραγουδούσαν σε γιορτές και πανηγύρια, κυρίως ακριτικών και θρησκευτικών ασμάτων σε μια γλώσσα ανάμεικτη κυπριακή διάλεκτο και ευαγγελική.

ΓΝΩΣΤΟΙ ΕΛΛΗΝΟΚΥΠΡΙΟΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ - ΠΕΖΟΓΡΑΦΟΙ - ΠΟΙΗΤΕΣ

Ευαγόρας Παληκαρίδης

Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης ήταν Κύπριος επαναστάτης και ποιητής. Σε ηλικία 17 χρόνων, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης εγκατέλειψε το σχολείο και εντάχθηκε στις αντάρτικες ομάδες της ΕΟΚΑ. Στις 17 Νοεμβρίου 1955 οι μαθητές του Γυμνασίου του συγκεντρώθηκαν και προετοίμαζαν μια διαδήλωση από τις γνωστές που οργάνωνε η ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ) ως αντιπερισπασμό. Οι στρατιώτες είχαν διαταγή να πυροβολήσουν αδιάκριτα τους διαδηλωτές. Ο Ευαγόρας συλλαμβάνεται και οδηγείται στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι συμμετείχε παράνομα σε οχλαγωγίες. Ο Ευαγόρας δεν παραδέχτηκε την κατηγορία και η δίκη αναβλήθηκε για τις 6 Δεκεμβρίου. Ήταν η αρχή του τέλους. Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 μαζί με άλλους 2 συναγωνιστές του μετέφεραν όπλα και τρόφιμα από τη Λυσό. Ξαφνικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με αγγλική περίπολο. Οι 2 συναγωνιστές του Ευαγόρα κατάφεραν να διαφύγουν, αλλά ο ίδιος συνελήφθη. Στην κατοχή του είχε ένα οπλοπολυβόλο.  Επίσης κουβαλούσε 3 γεμιστήρες γεμάτες.

Κατηγορήθηκε για κατοχή και διακίνηση οπλισμού και μεταφέρθηκε στη Λευκωσία και η δίκη ορίζεται για τις 25 Φεβρουαρίου. Απαγχονίστηκε στις 14 Μαρτίου 1957, σε ηλικία μόλις 19 ετών. Ήταν ο νεαρότερος αλλά και ο τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Άγγλους.

Ο τάφος του βρίσκεται στα Φυλακισμένα Μνήματα στη Λευκωσία.

Μια μέρα πριν τη δίκη, μπαίνει κρυφά στο σχολείο και αφήνει στην έδρα ένα σημείωμα:

Παλιοί συμμαθηταί,

Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του, Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ, θα μπω σ΄ ενα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ΄ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ.

Γειά σας παλιοί συμμαθηταί. Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας. Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό, ένα παλιό του φίλο, ας πάρει μιαν ανηφοριά ας πάρει μονοπάτια να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά. Με την ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα. Αν ζω, θα μ΄ βρει εκεί.

Ευαγόρας Παλληκαρίδης




Λουκής Ακρίτας

Ο Λουκής Ακρίτας έμαθε τα πρώτα γράμματα στη γενέτειρά του φοιτώντας για οκτώ χρόνια στο δημοτικό σχολείο και στην Ελληνική Σχολή της Μόρφου και το 1925 αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο, όπου φοίτησε για μία τετραετία. Στη συνέχεια φοίτησε για ένα χρόνο στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και από το 1926 εργάστηκε ως δάσκαλος στη Μόρφου, ενώ παράλληλα δημοσίευσε κείμενα στην εφημερίδα «Χρόνος» στη Λεμεσό. Το 1930 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε Αγγλική φιλολογία και από τον ίδιο χρόνο εργάστηκε ως δημοσιογράφος στις αθηναϊκές εφημερίδες «Πρωία» και «Εστία», ως συντάκτης στη «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια» των εκδόσεων «Πυρσός», και ως ανταποκριτής στην εφημερίδα «Πρωινή» της Λευκωσίας και στα περιοδικά «Πάφος» και «Κυπριακά Γράμματα». Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου στρατεύτηκε ως εθελοντής, ενώ εργαζόταν ως πολεμικός ανταποκριτής στην εφημερίδα «Εστία». Στην Κατοχή ανέπτυξε αντιστασιακή δράση ως επικεφαλής ομάδας δημοσιογράφων και διανοουμένων και εξέδιδε μαζί με τον αδερφό του Ευριπίδη Ακρίτα, την παράνομη αντιστασιακή εφημερίδα «Καθημερινά Νέα», που κυκλοφόρησε από την άνοιξη ως τον Οκτώβρη του 1944 και σε αραιά χρονικά διαστήματα από το 1945 ως το 1946.

Υπήρξε ιδρυτικό μέλος, της αντιστασιακής οργανώσεως «Τριμελής Επιτροπή Αγώνος», μετέπειτα γνωστή ως «Ανώτατη Επιτροπή Απελευθερώσεως», η οποία διαπραγματεύθηκε με τους Γερμανούς και στις 12 Οκτωβρίου 1944, παρέλαβε την Αθήνα ελεύθερη. Το 1950 ανέλαβε Γενικός Γραμματέας της ΕΠΕΚ, κόμμα που είχε ιδρύσει ο Νικόλαος Πλαστήρας και το 1951 επισκέφτηκε την Κύπρο και πρόβαλε τον κυπριακό αγώνα για την ανεξαρτησία μέσω της συμμετοχής του στην Γ' Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών και την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το 1952, αλλά και το 1954 μέσω των επαφών του στη διάρκεια του ταξιδιού του στις Η.Π.Α., ως μέλος της Διακομματικής Επιτροπής Διαφωτίσεως για το ζήτημα της Κύπρου. Εξέδωσε μαζί με τον αδελφό του, τα πολιτικού προβληματισμού περιοδικά «Ελληνικά Χρονικά», «Κόσμος», «Επιστήμη και Ζωή». Το 1964 όταν εκδηλώθηκαν οι διακοινοτικές ταραχές επέστρεψε στην Κύπρο, προκειμένου να συμπαρασταθεί στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, όμως διαφώνησε ανοικτά για τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, και προειδοποίησε ότι με το συμβιβασμό που επιτεύχθηκε, η Τουρκία, «...θα αποκτούσε το δικαίωμα αρνησικυρίας, που θα σκίαζε, στο διηνεκές, την κυπριακή σκηνή».

Ο Ακρίτας πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1931 από τις στήλες του περιοδικού «Πρωτοπόροι» με το διήγημα

«Κάθε κορμί πενήντα λίρες».

Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του βρίσκεται διάσπαρτο, δημοσιευμένο στα περιοδικά με τα οποία συνεργάστηκε κατά καιρούς.

Έγραψε τα βιβλία

«Νέος με καλάς συστάσεις», το 1935,

«Ο κάμπος», το 1936, μυθιστόρημα, εμπνευσμένο από τη ζωή των Κυπρίων αγροτών του μεσαρίτικου κάμπου, που έγινε και στην Κύπρο τηλεοπτική σειρά, με πολύ μεγάλη επιτυχία.

«Αρματωμένοι», χρονικό από την εποποιία του πολέμου 1940-41, στο οποίο αποτύπωσε τις πολεμικές του εμπειρίες. Το έργο θεωρείται ένα από τα καλύτερα λογοτεχνικά της σύγχρονης νεοελληνικής πεζογραφίας.

«Όπου αγαπά παιδεύει»,

«Όμηροι», [θεατρικό], κ.ά.


Η σύνδεση του με το νησί, η μαγεία και η ιστορικότητα του τόπου επηρέασε έντονα τον ποιητή στο έργο του τόσο σε μορφή περιεχομένου όσο και σε δομή. Η Κύπρος αποτέλεσε γενέθλιο χώρο και είδωλο λατρείας για τον Σεφέρη θυμίζοντας του τον τόπο του, την Σμύρνη. Το έργο που τον συνδέει από την αρχή είναι το "Κύπρον ου μ' εθέσπισεν", ένας ανοιχτός διάλογος με την Ευρώπη σε σχέση με το Κυπριακό. Για την σχέση του Σεφέρη και της ποίησής του με την Κύπρο μιλούν μια σειρά ακαδημαϊκών και μελετητών, ενώ απαγγέλλονται και σχετικά ποιήματα του από τον Κώστα Χαραλαμπίδη, Δημοσιογράφο του ΡΙΚ. Το ντοκυμανταίρ είναι διανθισμένο με πλάνα σχετικά με το φυσικό περιβάλλον της Κύπρου (βουνά, δάση και θάλασσες), τις παραθαλάσσιες περιοχές της, τους αρχαιολογικούς χώρους της Σαλαμίνας και της Έγκωμης, την οροσειρά του Πενταδάκτυλου με τα χωριά και τα κάστρα του, τα τείχη της Αμμοχώστου, τα κάστρα της Λεμεσού και της Κερύνειας, την Αγία Νάπα και μαυρόασπρα πλάνα από τον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959.

Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε